Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μουφτής ο [muftís] Ο8 : μουσουλμάνος θεολόγος και ιδίως ερμηνευτής των σχετικών νόμων με θρησκευτικές, δικαστικές και αστικές δικαιοδοσίες. || θρησκευτικός αρχηγός μουσουλμανικής κοινότητας στην Ελλάδα: Ο ~ της Ξάνθης / της Kομοτηνής.
[τουρκ. müfti -ς < αραβ. muftī]
[Λεξικό Κριαρά]
- μουφτής ο.
-
- Μουσουλμάνος νομοδιδάσκαλος με θρησκευτικές και αστικές δικαιοδοσίες και κύρια αρμοδιότητα να εκδίδει γνωμάτευση (βλ. φετφάς) για το αν μια πράξη (νόμος του κράτους, δικαστική απόφαση, κ.ά.) συμφωνεί με τον ιερό νόμο:
- (Ιστ. Βλαχ. 1165), (Νεκταρ., Ιεροκοσμ. Ιστ. 434)·
- έκραξε δε και τον μουφτήν ο βασιλεύς … να κάμει την παμμίαρον δέησην (Διακρούσ. 757).
[<τουρκ. müfti. Η λ. στο Somav. και σήμ.]
- Μουσουλμάνος νομοδιδάσκαλος με θρησκευτικές και αστικές δικαιοδοσίες και κύρια αρμοδιότητα να εκδίδει γνωμάτευση (βλ. φετφάς) για το αν μια πράξη (νόμος του κράτους, δικαστική απόφαση, κ.ά.) συμφωνεί με τον ιερό νόμο: