Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μορφοφωνολογικός -ή -ό [morfofonolojikós] Ε1 : (γλωσσ.) που αφορά τη συνδυασμένη μελέτη γλωσσικών φαινομένων από μορφολογική και φωνολογική άποψη: Aντιμετώπιση γλωσσικών φαινομένων από μορφοφωνολογική άποψη.
[λόγ. μορφοφωνολογ(ία) -ικός]