Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μοντγκόμερι το [mondgómeri] Ο (άκλ.) : κοντό παλτό ή ζακέτα με κουκούλα.
[ανθρωπων. Montgomery (όν. Άγγλου στρατηγού του β' παγκόσμιου πολέμου που φορούσε τέτοια μπουφάν)]