Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μονοτονικός -ή -ό [monotonikós] Ε1 : που αναφέρεται στον τονισμό του γραπτού λόγου με ένα μόνο τονικό σημάδι. ANT πολυτονικός: H μονοτονική γραφή ή το μονοτονικό σύστημα γραφής. || (ως ουσ.) το μονοτονικό: Mε την καθιέρωση του μονοτονικού καταργήθηκαν τα πνεύματα και η περισπωμένη.
[λόγ. μονο- + τόν(ος) 1 -ικός]