Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μολδαβικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μολδαβικός -ή -ό [molδavikós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στη Mολδαβία ή στους Mολδαβούς ή προέρχεται από αυτή ή από αυτούς: Mολδαβική κυβέρνηση.

[λόγ. Mολδαβ(ία) -ικός < γαλλ. Moldav(ie) -ία < ρουμ. Moldova]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες