Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μογγολισμός ο [moŋgolizmós] Ο17 : πάθηση που χαρακτηρίζεται από υποτονικότητα των μυών, πνευματική καθυστέρηση και ιδιόμορφη κατασκευή του κρανίου και του προσώπου· το σύνδρομο Nτάουν.
[λόγ. < γαλλ. mongolisme < Mongol(e) = Μογγόλ(ος) -isme = -ισμός (από την ομοιότητα των χαρακτηριστικών του προσώπου)]