Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μνηστεία η [mnistía] Ο25 : (λόγ.) ο αρραβώνας.
[λόγ. < ελνστ. μνηστεία]
[Λεξικό Κριαρά]
- μνηστεία η.
-
- α) Υπόσχεση γάμου, αρραβώνας:
- Περί μνηστήρος, αν φιλήσει την μνηστήν εις τον καιρόν της μνηστείας (Βακτ. αρχιερ. 165)·
- φρ. λαμβάνω κάπ. εις μνηστείαν, βλ. λαμβάνω Φρ. 12·
- β) η ακολουθία του αρραβώνα, αρραβώνιασμα:
- του μητροπολίτου Λαρίσης την μνηστείαν τελέσαντος (Ιστ. Ηπείρ. VII14).
[μτγν. ουσ. μνηστεία. Η λ. και σήμ.]
- α) Υπόσχεση γάμου, αρραβώνας: