Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μινιατούρα η [minatúra] Ο25α : α. ζωγραφιά της οποίας οι μορφές και τα αντικείμενα έχουν πολύ μικρές διαστάσεις· μικρογραφία: H τέχνη της μινιατούρας. Xειρόγραφο με μινιατούρες. β. αντικείμενο συνήθ. τέχνης μικρών διαστάσεων.
[ιταλ. miniatura]