Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μικροέπιπλο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μικροέπιπλο το [mikroépiplo] Ο40 (συνήθ. πληθ.) : μικρό σε μέγεθος έπιπλο: Σκαμπό, τραπεζάκια και άλλα μικροέπιπλα.

[λόγ. μικρο- 1 + έπιπλον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες