Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μιγαδικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μιγαδικός -ή -ό [miγaδikós] Ε1 : (μαθημ.) που αναφέρεται στους μιγάδες αριθμούς: Mιγαδική ρίζα / συνάρτηση. Mιγαδικοί αριθμοί, οι μιγάδες αριθμοί.

[λόγ. μιγαδ- (μιγάς) -ικός (διαφ. το μσν. μιγαδικός `για μοναχούς που ζουν σε κοινόβιο και όχι σαν ερημίτες΄)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες