Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μηχανορραφία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μηχανορραφία η [mixanorafía] Ο25 : σχέδιο ή ενέργεια που στρέφεται εναντίον κάποιου και χαρακτηρίζεται από μυστικότητα και δολιότητα· (πρβ. σκευωρία, δολοπλοκία, ραδιουργία, ίντριγκα): Kομματικές / αυλικές μηχανορραφίες.

[λόγ. < μσν. μηχανορραφία < μηχανορράφ(ος) -ία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες