Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μεταστροφή
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μεταστροφή η [metastrofí] Ο29 : 1. αλλαγή κατεύθυνσης, πορείας: ~ του ανέμου. || ~ της τύχης. 2. αλλαγή γνώμης, αντίληψης, στάσης κτλ., ιδίως ενός ανθρώπινου συνόλου, προς άλλη κατεύθυνση: Οι τελευταίες εκλογές έδειξαν σοβαρή ~ του εκλογικού σώματος προς το κέντρο. Aιφνίδια / ριζική ~ της κοινής γνώμης.

[λόγ. < αρχ. μεταστροφή]

[Λεξικό Κριαρά]
μεταστροφή η.
  • Γύρισμα, μετατροπή· (εδώ προκ. για χορευτικές κινήσεις· πβ. διαστροφή):
    • Φράσαι … απορώ κινήματα της κόρης, τας των χειρών μεταστροφάς (Διγ. Gr. 3306.)

[αρχ. ουσ. μεταστροφή. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες