Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μεταμέλεια
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μεταμέλεια η [metamélia] Ο27 : το αποτέλεσμα του μεταμελούμαι: Tο δικαστήριο τον έκρινε με επιείκεια, γιατί έδειξε έμπρακτη ~.

[λόγ. < αρχ. μεταμέλεια]

[Λεξικό Κριαρά]
μεταμέλεια η.
  • Μετάνοια, αλλαγή γνώμης:
    • μεταμέλειαν της ορμασίας (Ελλην. νόμ. 54316).

[αρχ. ουσ. μεταμέλεια. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες