Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μετακλασικός -ή -ό [metaklasikós] Ε1 : (φιλολ., αρχαιολ.) που ανήκει ή που αναφέρεται στην περίοδο αμέσως μετά την κλασική: ~ συγγραφέας / καλλιτέχνης. Mετακλασική τέχνη.
[λόγ. μετα- κλασικός μτφρδ. γαλλ. postclassique]