Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μελλούμενος -η -ο [melúmenos] Ε5 : (λογοτ.) που πρόκειται να γίνει, να συμβεί: Ο ~ χρόνος, το μέλλον. || (ως ουσ.) τα μελλούμενα, τα γεγονότα που θα συμβούν στο μέλλον· τα μέλλοντα.
[μσν. μελλούμενος < μέλλ(ει) -ούμενος]