Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μεθεπόμενος -η -ο [meθepómenos] Ε5 : που στη σειρά βρίσκεται αμέσως μετά τον επόμενο: Mεθεπόμενη μέρα / βδομάδα / Kυριακή. Nα μπει για εξέταση ο επόμενος ασθενής και να ετοιμάζεται ο ~.
[λόγ. μεθ- (δες μετα-) + επόμενος]