Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μαραφέτι
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαραφέτι το [maraféti] Ο44α : (οικ.) κάθε αντικείμενο που δεν μπορούμε ή δε θέλουμε να το αναφέρουμε με το όνομά του· (πρβ. μαντζαφλάρι): Tι είναι αυτό το ~ που κρατάς;

[τουρκ. marifet `επινόηση, μηχάνημα΄ (από τα αραβ.) με προχωρ. αφομ. [a-i > a-a] ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες