Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μαραμπού το [marabú] Ο (άκλ.) : μεγαλόσωμο πτηνό με γκριζόλευκα φτερά και μεγάλο πρόλοβο που ζει στις παραλίες της Aφρικής και των Iνδιών.
[λόγ. < γαλλ. marabout (στη νέα σημ.) < αραβ. marābut `καλόγερος πολεμιστής΄]