Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μαξιλαροπόλεμος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαξιλαροπόλεμος ο [maksilaropólemos] Ο20 : συμπλοκή μεταξύ προσώπων υπό τύπο παιχνιδιού κατά την οποία χρησιμοποιούνται μαξιλάρια.

[μαξιλάρ(ι) -ο- + πόλεμος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες