Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μαντό
12 εγγραφές [1 - 10]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαντό το [mantó] Ο (άκλ.) : είδος ελαφρού γυναικείου πανωφοριού.

[λόγ. < γαλλ. manteau]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαντόλα η [mandóla] Ο25α : είδος μουσικού οργάνου μεγαλύτερου από το μαντολίνο.

[ιταλ. mandola]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαντολάτο το [mandoláto] Ο39 : μαστιχωτό γλύκισμα που γίνεται από ασπράδι αυγού, αμύγδαλα και ζάχαρη ή μέλι.

[βεν. mandolato]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαντολινάτα η [mandolináta] Ο25α : α. ορχήστρα που αποτελείται από μαντολίνα ή άλλα συγγενικά μουσικά όργανα. β. μουσικό κομμάτι που εκτελείται από μαντολίνα.

[ιταλ. mandolinata]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαντολίνο το [mandolíno] Ο39 : έγχορδο μουσικό όργανο με τέσσερις διπλές χορδές και κυρτό ηχείο, το οποίο παίζεται με πένα: Ο παππούς μου στα νιάτα του έπαιζε ~.

[ιταλ. mando lino]

[Λεξικό Κριαρά]
μαντολόγημα το.
  • Μαγεία:
    • οι μάγοι με τα μαντολογήματά τους (Πεντ. Έξ. VΙΙΙ 3).

[<αόρ. του *μαντολογώ + κατάλ. ‑μα]

[Λεξικό Κριαρά]
μαντολόγος ο· μαντεολόγος.
  • Αυτός που λέγει μαντείες:
    • οι Έλληνες εκείνοι οι μαντολόγοι (Σπαν. (Ζώρ.) V 347).

[<ουσ. μαντεία + ‑λόγος]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαντόνα η [madóna] Ο25α : ονομασία της Παναγίας στην Iταλία καθώς και η σχετική παράσταση όπου αυτή κατά κανόνα κρατά στην αγκαλιά της το μικρό Xριστό: Mία ~ του Ραφαήλ. Γυναίκα όμορφη σαν ~. || (επέκτ.) για γυναίκα με σεμνή ομορφιά.

[ιταλ. madonna]

[Λεξικό Κριαρά]
μαντόνα η.
  • (Ως τιμητική προσηγορία για γυναίκα ευγενικής οικογένειας) κυρία:
    • τση αρχόντισσας τση μαντόνας Μανταλένας Σιμιτοκολοπούλας (Βαρούχ. 542).

[<ιταλ. madonna. Τ. ‑δό‑ (<βεν. madona) στο Somav. Η λ. και σήμ. προκ. για την Παναγία των καθολικών (ΛΚΝ)]

[Λεξικό Κριαρά]
μάντος ο.
  • (Ναυτ.) σκοινί με το οποίο συνδέονται η αντένα και τα πανιά του καραβιού:
    • μάντους του καταρτίου (Καραβ. 49329).

[αντιδ. <βεν. - παλαιότ. ιταλ. manto <ελλην. ιμάς (Kahane-Tietze 1958: 288). Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1] 2   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες