Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μακροθυμία η [makroθimía] Ο25 : η ιδιότητα του μακρόθυμου.
[λόγ. < ελνστ. μακροθυμία, αρχ. σημ.: `υπομονή΄]
[Λεξικό Κριαρά]
- μακροθυμία η.
-
- Υπομονή· ανεκτικότητα:
- την άφατον του Θεού μακροθυμίαν (Ωροσκ. 385).
- Ως προσωποπ.:
- (Λίβ. (Lamb.) N 858).
[αρχ. ουσ. μακροθυμία. Η λ. και σήμ.]
- Υπομονή· ανεκτικότητα: