Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μάρκετιγκ το [márketiŋg] Ο (άκλ.) : το σύνολο των ενεργειών που αφορούν τη διάθεση των προϊόντων ή των υπηρεσιών μιας οικονομικής μονάδας: Έρευνες / σπουδές ~. Tο ~ είναι ουσιαστικός κλάδος της οικονομικής δραστηριότητας.
[λόγ. < αγγλ. marketing]