Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λουτροθεραπεία η [lutroθerapía] Ο25 : θεραπευτική αγωγή για διάφορες ασθένειες, με τη χρήση λουτρών (σε ιαματικές πηγές, στη θάλασσα κτλ.).
[λόγ. λουτρ(όν) -ο- + -θεραπεία μτφρδ. γερμ. Badekur ή γαλλ. cure balnéaire]