Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λιποταξία η [lipotaksía] Ο25 : 1. (στρατ.) η αυθαίρετη και χωρίς άδεια εγκατάλειψη των τάξεων του στρατού: Kατηγορήθηκε / καταδικάστηκε για ~. 2. (μτφ.) η εγκατάλειψη των συναγωνιστών, των κοινών προσπαθειών και αγώνων.
[λόγ. < αρχ. λιποταξία]