Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λιμουζίνα η [limuzína] Ο25 : χαρακτηρισμός επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης, μεγάλου και πολυτελούς: Οι βιομήχανοι / οι υπουργοί με τις αστραφτερές λιμουζίνες.
[λόγ. < γαλλ. limousin(e) -α]