Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λιγοθυμώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λιγοθυμώ [liγoθimó] & -άω Ρ10.1α μππ. λιγοθυμισμένος : (οικ.) λιποθυμώ.

[μσν. λιγοθυμώ, ολιγοθυμώ (αποβ. του αρχικού άτ. φων.) < αρχ. λιποθυμῶ παρετυμ. (ο)λίγος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες