Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λευκόχρυσος ο [lefkóxrisos] Ο20 : πολύτιμο μέταλλο που χρησιμοποιείται κυρίως στην κοσμηματοποιία, στην ηλεκτρική και χημική βιομηχανία· πλατίνα.
[λόγ. λευκο- + χρυσ(ός) -ος μτφρδ. γαλλ. or blanc `μείγμα χρυσού και αργύρου΄ (διαφ. το ελνστ. λευκόχρυσος `πετράδι με χλωμό χρυσαφί χρώμα΄)]