Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λειτούργημα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λειτούργημα το [litúrjima] Ο49 : χαρακτηρισμός επαγγέλματος που έχει έναν ευρύ και σοβαρό κοινωνικό ρόλο: H δουλειά του δασκάλου / του γιατρού / του δικαστή δεν είναι απλό επάγγελμα, είναι ~. H άσκηση του δικαστικού λειτουργήματος απαιτεί υψηλό αίσθημα ευθύνης.

[λόγ. < ελνστ. λειτούργημα]

[Λεξικό Κριαρά]
λειτούργημα το.
  • Σύνολο καθηκόντων, υπηρεσία, υπούργημα:
    • (Ιστ. πατρ. 18317).

[μτγν. ουσ. λειτούργημα. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες