Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λειτουργική η [liturjikí] Ο29 : πρακτικός κλάδος της θεολογίας που ασχολείται με τη θεωρία και την ερμηνεία της χριστιανικής λατρείας.
[λόγ. ουσιαστικοπ. θηλ. του ελνστ. επιθ. λειτουργικός `που ανήκει στη λειτουργία΄ (δες λειτουργίαII1)]