Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λαπαροτομία η [laparotomía] Ο25 : (ιατρ.) χειρουργική επέμβαση στην κοιλιακή χώρα.
[λόγ. < γαλλ. laparotomie < αρχ. λαπάρ(α) -ο- + -tomie = -τομία]