Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λαοφιλής -ής -ές [laofilís] Ε10 : που είναι αγαπητός στο λαό, δημοφιλής: ~ ηγέτης / κυβερνήτης / πρωθυπουργός.
[λόγ. λαο- + φιλ(ώ) -ής κατά το ελνστ. δημοφιλής]