Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κόππα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κόππα το [kópa] Ο (άκλ.) : γράμμα των πρώιμων ελληνικών αλφαβήτων μεταξύ του “π” και του “ρ” που ισοδυναμούσε ηχητικά με το “κ”. || ως σύμβολο (ύ) του αριθμού ενενήντα.

[λόγ. < αρχ. κόππα (σημιτ. προέλ., πρβ. εβρ. qōph)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες