Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κρυσταλλικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κρυσταλλικός -ή -ό [kristalikós] Ε1 : που έχει τη μορφή ή τη σύνθεση της κρυστάλλου: Kρυσταλλική δομή. Kρυσταλλικά σώματα, που αποτελούνται από αθροίσματα κρυστάλλων. Kρυσταλλική τάξη, σύνολο κρυστάλλων που παρουσιάζουν τα ίδια στοιχεία συμμετρίας. Kρυσταλλικά συστήματα, οι επτά γενικοί τύποι στους οποίους ανάγονται τα διάφορα κρυσταλλικά σώματα. || Kρυσταλλική ζάχαρη, σε μορφή μικρών κρυστάλλων.

[λόγ. < γαλλ. cristall(ine) (στη νέα σημ.) < λατ. crystallinus < αρχ. κρυστάλλινος, -ικός για διάκρ. από το κρυστάλλινος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες