Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρυπτογραφώ [kriptoγrafó] -ούμαι Ρ10.9 : γράφω ένα κείμενο με συνθηματική γραφή, για τη μετάδοση και τη λήψη ενός μυστικού μηνύματος. ANT αποκρυπτογραφώ.
[λόγ. κρυπτογράφ(ος) -ώ]