Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κροταλίας ο [krotalías] Ο3 : δηλητηριώδες φίδι της Bορείου Aμερικής, του οποίου η ουρά καταλήγει σε κερατοειδείς δακτυλίους που κροταλίζουν όταν αυτό σέρνεται.
[λόγ. < νλατ. crotal(us) (στη νέα σημ.) -ίας < λατ. crotalum < αρχ. κρόταλον]