Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κροκέ το [kroké] Ο (άκλ.) : είδος παιχνιδιού που παίζεται με ένα ραβδί και μια ξύλινη μπάλα, την οποία ο παίκτης προσπαθεί να περάσει μέσα από μια σειρά μικρά τόξα.
[λόγ. < γαλλ. croquet]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κροκέτα η [krokéta] Ο25 : μικρή μπάλα από πουρέ πατάτας, κιμά, ψάρι ή άλλο υλικό που τηγανίζεται σε βούτυρο ή λάδι, αφού πασπαλιστεί με τριμμένη φρυγανιά και βουτηχτεί σε χτυπημένο αυγό.
[ιταλ. crocchetta < γαλλ. croquette]