Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρίκερ το [kríker] Ο (άκλ.) : ειδικό ποτήρι για την μπίρα.
[γερμ. Krüge (σε προφ. νότ. διαλέκτων), πληθ. του Krug (προσθήκη [r] ;)]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[γερμ. Krüge (σε προφ. νότ. διαλέκτων), πληθ. του Krug (προσθήκη [r] ;)]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |