Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κουνουπιέρα η [kunupxéra] Ο25α : είδος κουρτίνας από πολύ λεπτό δικτυωτό ύφασμα, συνήθ. τούλι, η οποία περιβάλλει το κρεβάτι και προστατεύει αυτόν που κοιμάται από τα τσιμπήματα των κουνουπιών.
[κουνούπ(ι) -ιέρα]