Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κοτσάνα η [kotsána] Ο25α : ηλίθια, ανόητα λόγια, είτε ως τερατολογία είτε ως γκάφα: Tην είπες πάλι την ~ σου. Πέταξε μια ~. Όλο κοτσάνες λέει. || πολύ χοντρό γλωσσικό ή άλλο λάθος.
[κοτσάν(ι) μεγεθ. -α]