Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κοτιγιόν το [kotijón] Ο (άκλ.) : αστείο χάρτινο αποκριάτικο καπέλο.
[λόγ. < γαλλ. (chapeaux de) cotillon `χάρτινο καπέλο για χορό cotillon΄ (χορός με φιγούρες για οχτώ χορευτές)]