Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κονσερβοποιία η [konservopiía] Ο25 : 1. η διαδικασία της επεξεργασίας και συσκευασίας σε κονσέρβες νωπών ή μαγειρεμένων τροφών. 2. το κονσερβοποιείο.
[λόγ. κονσέρβ(α) -ο- + -ποιία]