Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κομπόστα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κομπόστα η [kombósta] Ο25 : επιδόρπιο από φρούτα βρασμένα σε ένα αραιό διάλυμα ζάχαρης: ~ αχλάδι / ροδάκινο.

[μσν. κομπόστα < ιταλ. composta]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες