Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κολοφώνας ο [kolofónas] Ο2 : I. κυρίως στις εκφράσεις στον κολοφώνα της δόξας / της επιτυχίας / της ακμής, στο ανώτατο, στο ύψιστο δυνατό σημείο. II. (τυπ.) μικρό κείμενο, στην τελευταία εσωτερική σελίδα ενός βιβλίου, όπου αναφέρονται στοιχεία σχετικά με την έκδοσή του.
[λόγ.: Ι: αρχ. κολοφών, αιτ. -ῶνα· ΙΙ: γαλλ. ή αγγλ. colophon < αρχ. κολοφών στην κυριολ. σημ.: `ακρότατο σημείο΄]