Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κολορατούρα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κολορατούρα η [koloratúra] Ο25α : (μουσ.) σε φωνητική σύνθεση, περίτεχνο πέρασμα διανθισμένο με τρίλιες και ποικίλματα.

[λόγ. < ιταλ. coloratura]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες