Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κοκκινόχωμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κοκκινόχωμα το [kokinóxoma] Ο49 : αργιλώδες χώμα με κοκκινωπό χρώμα, κατάλληλο για αγγειοπλαστική.

[κοκκινο- + χώμα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες