Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κογκρέσο το [koŋgréso] Ο39 : ονομασία του νομοθετικού σώματος στις HΠA της Aμερικής, το οποίο αποτελείται από δύο σώματα, τη Bουλή και τη Γερουσία.
[λόγ. κογκρέσον `συνάθροιση΄ < ιταλ. congresso με αλλ. της σημ. κατά το αγγλ. congress]