Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κλοτσοπατινάδα η [klotsopatináδa] Ο26 : (οικ.) συμπλοκή με κλοτσιές και ποδοπατήματα. || (μειωτ.): Ο ποδοσφαιρικός αγώνας κατέληξε σε ~, για παίξιμο χωρίς τεχνική.
[κλότσ(ος) -ο- + πατινάδα < μαντινάδα με ανομ. ηχηρ. [m-d > p-d] και παρετυμ. κλοτσώ + πατώ]