Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κληρονομικότητα η [klironomikótita] Ο28 : (βιολ.) η ιδιότητα των οργανισμών να μεταβιβάζουν στους απογόνους τους χαρακτηριστικά γνωρίσματα, σωματικά, ψυχικά ή πνευματικά: H γενετική είναι η επιστήμη της κληρονομικότητας. Οι νόμοι της κληρονομικότητας. Έχει βεβαρυμένη* ~.
[λόγ. κληρονομικ(ός) 1 -ότης > -ότητα]