Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κλαημένος
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
κλαημένος, μτχ.,
βλ. κλαίω.
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες