Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κλήδονας
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κλήδονας ο [klíδonas] Ο5 : λαϊκό έθιμο που τελείται από νεαρά κορίτσια ακόμα και σήμερα, σε αγροτικές κυρίως περιοχές, στις 23 Iουνίου, παραμονή της εορτής της Γέννησης του Iωάννη του Προδρόμου. (έκφρ.) αυτά τα λεν στον κλήδονα, για λόγια ανόητα, για ψέματα και υπερβολές.

[μσν. κλήδονας < αρχ. κληδον- (κληδών ἡ) `μαντικό σημάδι΄ -ας]

[Λεξικό Κριαρά]
κλήδονας ο.
  • Eίδος μαντικού παιχνιδιού, κλήδονας:
    • (Nαθαναήλ Mπέρτου, Στιχοπλ. I 148).

[αρχ. ουσ. κληδών με αναβιβ. του τόνου. H λ. στο Bλάχ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες